Ο δημόσιος διάλογος γύρω από τη θέση και την ευθύνη του συνοδηγού σε ένα τροχαίο δυστύχημα επανέρχεται στο προσκήνιο, ειδικά μετά την πρόσφατη δικαστική απόφαση που αφορά την υπόθεση του Παντελή Παντελίδη. Τι λέει ο Κ.Ο.Κ.;
Αναζητήσαμε το τι προβλέπει ο νέος Κώδικας Οδικής Κυκλοφορίας και πώς η ελληνική νομοθεσία αντιμετωπίζει την ευθύνη ενός επιβάτη όταν γνωρίζει ότι ο οδηγός βρίσκεται υπό την επήρεια μέθης. Το ζήτημα δεν αφορά μόνο τη νομική διάσταση, αλλά και την ευθύνη της κοινής λογικής, ειδικά σε μια χώρα όπου τα θανατηφόρα τροχαία εξακολουθούν να αποτελούν ένα από τα πιο σκοτεινά κεφάλαια της δημόσιας ασφάλειας.
Ο νέος Κ.Ο.Κ., ο οποίος τέθηκε σε ισχύ το 2025, αυστηροποιεί σημαντικά το πλαίσιο των ποινών για την οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ. Τα πρόστιμα αυξάνονται, η αφαίρεση άδειας γίνεται άμεση και παρατεταμένη, ενώ σε περίπτωση πρόκλησης σοβαρού ή θανατηφόρου τροχαίου ενεργοποιείται πλέον και το άρθρο του Ποινικού Κώδικα που οδηγεί σε βαριές ποινές κάθειρξης. Στις περιπτώσεις υψηλής μέθης, η ποινή φυλάκισης μπορεί να φτάσει ακόμη και τα πέντε έτη, ενώ σε δυστύχημα με θύμα, το πλαίσιο μετατρέπεται σε κακούργημα με ποινές που αγγίζουν τα 10 ή και 20 χρόνια. Ο νέος Κώδικας μετατοπίζει πλήρως το βάρος της ευθύνης στον πραγματικό οδηγό του οχήματος, αποσυνδέοντάς την από τον ιδιοκτήτη και ενισχύοντας την προσωπική ευθύνη πίσω από το τιμόνι.
Ωστόσο, το κρίσιμο ερώτημα αφορά τον συνοδηγό. Ο νέος Κ.Ο.Κ. δεν περιγράφει ρητά την τιμωρητική ευθύνη του συνοδηγού όταν γνωρίζει ότι ο οδηγός είναι μεθυσμένος. Παρόλα αυτά, τα ελληνικά δικαστήρια – και κυρίως ο Άρειος Πάγος – έχουν δημιουργήσει τη σχετική νομολογιακή γραμμή. Σε σειρά αποφάσεων των τελευταίων ετών, επιβάλλεται ποσοστό συνυπαιτιότητας σε επιβάτες που γνώριζαν ότι ο οδηγός δεν είχε ικανότητα οδήγησης λόγω μέθης. Οι αποφάσεις αυτές βασίζονται στη νομική αρχή ότι ο επιβάτης «αποδέχεται τον κίνδυνο» όταν επιλέγει συνειδητά να μπει σε όχημα υπό επισφαλείς συνθήκες. Έτσι, σε περίπτωση ατυχήματος – ακόμη και θανατηφόρου – μπορεί να του καταλογιστεί ευθύνη που φτάνει έως και το 30%.
Η υπόθεση του Παντελή Παντελίδη έρχεται να φωτίσει ακριβώς αυτή τη γκρίζα ζώνη. Το δικαστήριο αναγνώρισε ότι ο τραγουδιστής ήταν ο οδηγός του μοιραίου οχήματος και ότι το δυστύχημα οφειλόταν στη δική του απώλεια ελέγχου. Ταυτόχρονα όμως, η δικαστική κρίση εξετάζει αναλυτικά και το ζήτημα της ενδεχόμενης γνώσης των επιβατών για την κατάσταση του οδηγού. Η απόφαση αναδεικνύει πως, όταν υπάρχουν ενδείξεις ότι ο συνοδηγός γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι ο οδηγός είχε καταναλώσει ποσότητα αλκοόλ που επηρέαζε την ικανότητά του, τότε μπορεί να θεωρηθεί συνυπεύθυνος. Δεν μιλάμε για ποινική ευθύνη, αλλά κυρίως για αστική συνυπαιτιότητα, που αντανακλάται σε αξιώσεις αποζημιώσεων και σε επιμερισμό της ευθύνης.
Η συγκεκριμένη απόφαση δεν αλλάζει τον Κ.Ο.Κ., αλλά επιβεβαιώνει ότι η ελληνική δικαιοσύνη απαιτεί από κάθε επιβάτη να λειτουργεί με στοιχειώδη αντίληψη κινδύνου. Η νομολογία θεωρεί πως ένας ενήλικος που μπαίνει σε αυτοκίνητο γνωρίζοντας ότι ο οδηγός έχει πιει, συμμετέχει έμμεσα στην απόφαση αυτή. Και όταν το ρίσκο αυτό οδηγεί σε δυστύχημα, δεν μπορεί να θεωρηθεί πλήρως άμοιρος ευθύνης. Η δικαστική αντιμετώπιση ενισχύει τη φιλοσοφία του νέου Κ.Ο.Κ.: ο καθένας έχει ρόλο και ευθύνη στη διαμόρφωση της οδικής ασφάλειας, όχι μόνο ο οδηγός.
Το σημαντικότερο συμπέρασμα είναι ότι η κοινωνία και ο νόμος συγκλίνουν πλέον στο αυτονόητο. Η επιλογή να επιβιβαστεί κανείς σε αυτοκίνητο με μεθυσμένο οδηγό δεν αποτελεί απλή απερισκεψία, αλλά πράξη με πιθανές νομικές συνέπειες. Η υπόθεση Παντελίδη υπενθυμίζει με δραματικό τρόπο πως τα τροχαία δεν είναι «μοίρα», αλλά αποτέλεσμα αποφάσεων. Και ο νόμος πλέον δεν επιτρέπει σε κανέναν να κρύβεται πίσω από το ρόλο του «συνοδηγού». Η ευθύνη μοιράζεται, όχι για να τιμωρηθεί ο επιβάτης, αλλά για να γίνει σαφές ότι σε κάθε αυτοκίνητο, κάθε άτομο έχει τη δική του συμβολή στη διαχείριση του κινδύνου.


GIPHY App Key not set. Please check settings