in

LoveLove OMGOMG

Χρύσα Στάμου – Αυτή είναι η γιατρός, που γεννήθηκε χωρίς ακοή και διαπρέπει στην Ιατρική

Μια προσωπική πορεία, που αποδεικνύει πως αυτό, που σε καθορίζει, δεν είναι αυτό, που ακούς, αλλά αυτό, που αντιλαμβάνεσαι, με την προσπάθεια και την επιμονή να κυνηγήσεις το όνειρό σου, χωρίς να αφήσεις κανέναν να σου πει «δεν μπορείς».

 

  • Η Χρύσα ακολούθησε την επιθυμία της, ολοκλήρωσε την ειδικότητά της και σήμερα είναι μια ικανή γιατρός. Σε μια συγκινητική αφήγηση μιλά για τη ζωή της: πώς από παιδί, που έπαιζε μόνο του στην αυλή του σχολείου, εξελίχθηκε σε επαγγελματία με όνειρα και στόχους. “Είμαι ιατρός παθολογοανατόμος. Μόλις πρόσφατα απέκτησα την άδεια άσκησης του τίτλου της ειδικότητας και ξεκίνησα να εργάζομαι στο παθολογοανατομικό εργαστήριο ιδιωτικού νοσοκομείου της Αθήνας.»

 

Γεννήθηκε χωρίς ακοή στα τέλη της δεκαετίας του ’80. Ήταν τόσο ζωηρό και παρατηρητικό μωρό, που οι γονείς της αντιλήφθηκαν στους πρώτους 13 μήνες της ζωής της, ότι δεν αντιδρούσε στους ήχους. Μετά από εξετάσεις σε νοσοκομείο της Αθήνας διαγνώστηκε με βαριά αμφοτερόπλευρη νευροαισθητηριακή απώλεια ακοής.

 

  • Οι γιατροί μίλησαν για αβέβαιη πορεία και συνέστησαν ακουστικά βαρηκοΐας και αναμονή. Οι γονείς της ζήτησαν δεύτερη γνώμη σε διακεκριμένο παιδο-ΩΡΛ στο Λονδίνο. Εκεί τους είπαν, πως τα ακουστικά δεν θα απέδιδαν και προτάθηκε κοχλιακό εμφύτευμα — τότε, στις αρχές των ’90s, ογκώδες και δύσχρηστο— μαζί με σχολείο κωφών και εκμάθηση νοηματικής.

 

Μετά από πολλή έρευνα και καθοδήγηση ειδικών, επέλεξαν τον προφορικό λόγο με ισχυρά ακουστικά βαρηκοΐας, αντί της νοηματικής. Στα 4 της χρόνια, στις ΗΠΑ, επιβεβαιώθηκε η καλή ανταπόκριση με τα ακουστικά και της είπαν πως, αν έμενε στην Αμερική, θα μπορούσε να γίνει «οτιδήποτε, εκτός από πιλότος».

  • Γύρω στα 12, έμαθε, ότι η πάθηση είναι κληρονομική, αποτέλεσμα γονιδιακής μετάλλαξης, που, με απλά λόγια, δεν αφήνει το σήμα του ήχου να περάσει στο ακουστικό νεύρο, καθώς λείπει πρωτεΐνη-κλειδί για την επικοινωνία των τριχωτών κυττάρων του κοχλία.

 

Ακούει καλά τις περισσότερες συχνότητες, αλλά υστερεί στις πολύ υψηλές — κυρίως, σύμφωνα και ορισμένους συναγερμούς— κάτι, που δυσκολεύει τη διάκριση της ομιλίας. «Ακόμη και στο τηλέφωνο, μπορώ να ακούσω, ότι μου μιλάει κάποιος, απλά δεν διακρίνω πάντα τι μου λέει. Ίσως χρειαστούν κάποιες επαναλήψεις», αναφέρει η ίδια.

 

  • Παιδί ακόμη, με ένα σετ «ιατρικών» παιχνιδιών, έβαζε στηθοσκόπιο στην καρδιά του παππού — «φυσικά τζίφος, που να ακούσω με ψεύτικο στηθοσκόπιο!»— και της μπήκε το μικρόβιο. Αργότερα σκέφτηκε και άλλα επαγγέλματα, ακόμη και πολυτεχνικές σχολές. Όταν συμμετείχε στις Πανελλαδικές Εξετάσεις και συγκέντρωσε αρκετά μόρια, διάλεξε αυτό, που θα της έδινε επιστημονική ικανοποίηση, ελευθερία επιλογής ειδικότητας και προοπτική εργασίας. Το επανέλαβε και η ίδια: όταν έφτασε η ώρα, με αρκετά μόρια, προτίμησε την Ιατρική για την πνευματική πρόκληση, τις επιλογές ειδικότητας και την επαγγελματική αποκατάσταση.

 

Στην Ιατρική Αθηνών τα πράγματα δεν ήταν εύκολα: τεράστια αμφιθέατρα, πολύς κόσμος και ελλείψεις υποστήριξης όπως στο εξωτερικό (π.χ. note-taker). Συνήθως, ενημέρωνε τους διδάσκοντες, πριν από διαλέξεις, ότι κάνει χειλεανάγνωση και καθόταν μπροστά. Η ανταπόκριση δεν ήταν πάντα η ιδανική, κάτι απογοητευτικό. Υπήρχαν, όμως, φωτεινές εξαιρέσεις: «Ένας καθηγητής χειρουργικής προσαρμόστηκε απολύτως στο οπτικό μου πεδίο για να μη χάσω ούτε λέξη!»

 

  • Συχνά έπαιρνε τις παρουσιάσεις σε ηλεκτρονική μορφή και είχε πρόθυμους συμφοιτητές, που της έδιναν σημειώσεις. Με αυτά και με προσωπικό διάβασμα, βρήκε ρυθμό και ολοκλήρωσε τις σπουδές της. Μετά το πτυχίο, διάλεξε Παθολογική Ανατομική για το υψηλό επιστημονικό ενδιαφέρον και γιατί ταίριαζε τόσο στη φύση της εργασίας, όσο και στην ιδιοσυγκρασία της.

 

Η ειδικότητα ασχολείται με διαγνώσεις αλλοιώσεων — νεοπλασματικών και μη — σε βιοψίες και χειρουργικά παρασκευάσματα, καθοδηγώντας τον κλινικό ιατρό σε κρίσιμες θεραπευτικές αποφάσεις. Η σημαντικότερη δυσκολία ήταν οι τηλεφωνικές επικοινωνίες, όταν ήταν απαραίτητες. Συχνά αναλάμβαναν συνάδελφοι κι εκείνη ένιωθε άσχημα, που δεν ήταν ανεξάρτητη σε αυτό.

 

  • Για διατμηματική επικοινωνία προτιμούσε να πηγαίνει η ίδια στις κλινικές για πληροφορίες. Στις διαλέξεις, όταν έσβηναν τα φώτα για την εικόνα του μικροσκοπίου, υπήρχαν εμπόδια, αλλά οι συνειδικευόμενοι βοήθησαν ακόμη και με εθελοντικό υποτιτλισμό τριών ελληνικών διαλέξεων (δύο ώρες η κάθε μία!) και με σημειώσεις. Υπάρχει, γενικά, σεβασμός προς τους μη ακούοντες γιατρούς — «δεν γίναμε ιατροί χαριστικά».

 

Εξαιρέσεις υπάρχουν, αλλά σπάνιες. Αυτό, που την απογοητεύει συχνά, είναι η έλλειψη σεβασμού προς μη ακούοντες ασθενείς, η υποτίμηση της νοημοσύνης και απροθυμία συνεργασίας, κάτι, που βλάπτει τη θεραπεία.

 

Έχουν καταγραφεί φαινόμενα μη ανάθεσης ή καθυστέρησης ανάθεσης εργασιών σε μη ακούοντες ειδικευόμενους από φόβο πλημμελούς εκτέλεσης. Συνήθως, με τον χρόνο οι αμφιβολίες υποχωρούν. «Πολλές φορές ένιωθα πως έπρεπε να κάνω περισσότερα για να αποδείξω ότι είμαι λειτουργική.»

Τι νομίζετε;

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

GIPHY App Key not set. Please check settings

Ο Μαρινάκης με τις τοποθετήσεις του… θύμισε παλιούς εκδότες με τσαγανό και όχι δήθεν λομπίστες

Αυτός παίζει αύριο με την Δανία και η σύντροφός του… προκαλεί με τα στησίματά της