in

Αγροτικά προϊόντα – Το κόστος των εισαγωγών πέφτει, αλλά οι εγχώριες τιμές αυξάνονται

Μία ψαλίδα που διαρκώς διευρύνεται έχει σχηματιστεί τα τελευταία χρόνια ανάμεσα στο κόστος των εισροών στη γεωργία/κτηνοτροφία και στις τιμές που πληρώνονται οι εγχώριοι παραγωγοί αγροτικών προϊόντων.

Μάλιστα, πρόσφατη ανάρτηση της Eurostat αποκαλύπτει πως η Ελλάδα είναι η πρώτη, με διαφορά, χώρα της ΕΕ στις αυξήσεις τιμών πώλησης των αγροτικών προϊόντων για το πρώτο τετράμηνο του 2024, με ρυθμό αύξησης 20%.

Ας σημειωθεί πως ως τιμές εκροών όπως τις ορίζει η ΕΛΣΤΑΤ, είναι όσες εισπράττουν οι παραγωγοί στον τομέα γεωργίας – κτηνοτροφίας κατά την πώληση των γεωργικών προϊόντων τους ενώ τιμές εισροών είναι όσα καταβάλλουν οι παραγωγοί για την αγορά των αναλώσιμων μέσων, αγαθών και υπηρεσιών, που χρησιμοποιούνται στην παραγωγική διαδικασία. Σε αυτά περιλαμβάνονται, φυτοφάρμακα, κτηνιατρικά φάρμακα, σπόροι, ενέργεια, ζωοτροφές, γεωργικά μηχανήματα, εξοπλισμός, λιπάσματα κλπ.

Μια προσεκτικότερη παρατήρηση της πορείας των τιμών, δείχνει πως μια σχετική ισορροπία των δύο δεικτών επικράτησε μέχρι τα τέλη του 2022, όταν και η «ψαλίδα» άρχισε να ανοίγει και παρέμεινε ευρεία παρά τις πρόσκαιρες διακυμάνσεις.

Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως η δυναμική αυτή στις αυξήσεις των τιμών εκροών αναπτύσσεται και μετά το πέρας του αρχικού «σοκ» που ακολούθησε το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, το οποίο οδήγησε σε εκτίναξη των τιμών σε όλη την έκταση των εφοδιαστικών αλυσίδων, αλλά με μια ειδική έμφαση σε εκείνες της ενέργειας, αλλά και λιπασμάτων και ζωοτροφών που παράγονται μαζικά στις εμπόλεμες περιοχές.

Ακόμα και η σημαντική μείωση των τιμών στην πορεία του 2023, ιδιαιτέρως της ενέργειας, οι οποίες και κατά τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης έριξαν τεράστια βάρη στους ώμους των Ευρωπαίων παραγωγών, μαζί και των Ελλήνων, δεν δείχνουν να αντικατοπτρίζονται και στις τιμές πώλησης των εγχώριων προϊόντων.

Εν γένει, και οι τιμές των γεωργικών προϊόντων στην Ελλάδα δεν έχουν επιστρέψει στα προ κρίσης επίπεδα, αλλά ούτε και η ισορροπημένη σχέση μεταξύ τιμών εισροών και εκροών αποκαθίσταται.

Αναλυτικά, οι μετρήσεις των δύο δεικτών την τελευταία πενταετία έχουν ακολουθήσει την εξής πορεία, με βάση τα στοιχεία Απριλίου (καθώς η ανακοίνωση τους γίνεται κάθε Ιούνιο, άρα Απριλίου είναι και τελευταία διαθέσιμα στοιχεία από την ΕΛΣΤΑΤ):

Το 2019, ο Γενικός Δείκτης Τιμών Εκροών στη Γεωργία – Κτηνοτροφία του μηνός Απριλίου, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Απριλίου 2018, παρουσίασε αύξηση 3,5%, ενώ ο Γενικός Δείκτης Τιμών Εισροών παρουσίασε αύξηση 1,8%.
Το 2020, ο Γενικός Δείκτης Τιμών Εκροών του μηνός Απριλίου παρουσίασε μείωση 2,1% ενώ ο Γενικός Δείκτης Τιμών Εισροών παρουσίασε μείωση 4,2%.

Το 2021, ο Γενικός Δείκτης Τιμών Εκροών του μηνός Απριλίου, παρουσίασε αύξηση 3,7% ενώ ο Γενικός Δείκτης Τιμών Εισροών παρουσίασε αύξηση 4,8%.

Το 2022, χρονιά που ξέσπασε και ο πόλεμος, ο Γενικός Δείκτης Τιμών Εκροών του μηνός Απριλίου, παρουσίασε αύξηση 20,3%, ενώ ο Γενικός Δείκτης Τιμών Εισροών παρουσίασε αύξηση 25,4%.
Το 2023, ο Γενικός Δείκτης Τιμών Εκροών στη Γεωργία – Κτηνοτροφία του μηνός Απριλίου, παρουσίασε αύξηση 10,9% ενώ ο Γενικός Δείκτης Τιμών Εισροών παρουσίασε αύξηση 2%.
Τέλος, το 2024 ο Γενικός Δείκτης Τιμών Εκροών του μηνός Απριλίου, παρουσίασε αύξηση 15,7%, ενώ ο Γενικός Δείκτης Τιμών Εισροών παρουσίασε μείωση 1,8%.

Η εικόνα της δυσανάλογης αύξησης των τιμών των γεωργικών προϊόντων, εμφανίζεται ανάγλυφα στον παρακάτω πίνακα της ΕΛΣΤΑΤ:

Αντίστοιχες είναι και οι επισημάνσεις της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) στην έκθεση νομισματικής πολιτικής σχετικά με τον πληθωρισμό των τροφίμων, όπου παρατηρούνται μεγαλύτερες διακυμάνσεις στις τιμές των μη επεξεργασμένων τροφίμων από τα μη επεξεργασμένα, τα οποία κατά πλειοψηφία αποτελούνται από εγχώρια και εισαγόμενα, αντίστοιχα.

Σύμφωνα με την ΤτΕ, προκύπτει ότι οι τιμές των μη επεξεργασμένων ειδών διατροφής κινήθηκαν έντονα ανοδικά το 2023, πιθανώς λόγω της μεγάλης αύξησης των τιμών της ενέργειας (φυσικού αερίου και πετρελαίου) και των λιπασμάτων, οι οποίες οδήγησαν στην άνοδο των τιμών παραγωγού και κατά συνέπεια των τιμών καταναλωτή.

Έτσι, στον αντίποδα της πιο ομαλής πορείας τιμών που παρατηρείται στα επεξεργασμένα, ο πληθωρισμός των μη επεξεργασμένων ειδών διατροφής εισήλθε σε ανοδική τροχιά τον Ιούνιο του 2021, μέσα στο 2022 κατέγραψε μέγιστο το Μάιο (13,2%), ενώ μέσα στο 2023, μετά από μήνες έντονης διακύμανσης, κατέγραψε μέγιστο τον Ιούλιο (15,1%).

Τι νομίζετε;

Αφήστε μια απάντηση

Avatar

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

GIPHY App Key not set. Please check settings

Αφροδίτη Γραμμέλη – Περήφανη και τρισευτυχισμένη μανούλα στην αποφοίτηση του γιου της

Ακυρώθηκε η συναυλία της Έλενας Παπαρίζου στο Europride 2024